βούτης

βούτης
Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Αθηναίος ήρωας, αδελφός του Ερεχθέα, μέλος της Αργοναυτικής εκστρατείας. Νυμφεύτηκε την ανιψιά του Χθονία, κόρη του Ερεχθέα, και έγινε γενάρχης των Βουταδών. 2. Αργοναύτης. Όταν η Αργώ περνούσε μπροστά στις Σειρήνες, γοητεύτηκε από το τραγούδι τους, έπεσε στη θάλασσα και προσπάθησε να φτάσει στον βράχο τους, αλλά τον άρπαξε η Αφροδίτη που τον πήγε στο Λιλύβαιον όπου απέκτησε από αυτόν τον Έρυκα. 3. Ο Αργείος. Ένας από τους οπαδούς του Τληπόλεμου. Τον διαδέχτηκε στη Ρόδο, όταν εκείνος έφυγε για την εκστρατεία του Ιλίου. 4. Ένας από τους γιους του ανέμου Βορέα και της Ωρειθυίας. Σκότωσε τον ετεροθαλή αδελφό του Λυκούργο και αναγκάστηκε να φύγει από τη Θράκη. Πήγε στη Νάξο και έπειτα στη Θεσσαλία, όπου απήγαγε την Κορωνίδα, μία από τις Μαινάδες, αλλά ο Δίας τον τιμώρησε με μανία και αυτοκτόνησε πέφτοντας στη θάλασσα.
* * *
βούτης, ο και δωρ. τ. βούτας και βώτας, ο (Α) [βους]
1. ο βουκόλος
2. ως επίθ. φρ. «βούταν φόνον» — θυσίες βοδιών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Βούτης — herdsman masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βούτης — herdsman masc nom sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βοῦτα — Βούτης herdsman masc voc sg Βούτης herdsman masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βοῦτα — βούτης herdsman masc voc sg (doric) βούτης herdsman masc nom sg (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βουτῶν — Βούτης herdsman masc gen pl Βουτώ fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βουτῶν — βούτης herdsman masc gen pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βοῦται — Βούτης herdsman masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βοῦται — βούτης herdsman masc nom/voc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βούταις — Βούτης herdsman masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βούταις — βούτης herdsman masc dat pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”